Η Περιφέρεια Αττικής αποτελεί την πολυπληθέστερη Περιφέρεια (35% της χώρας, ΕΛΣΤΑΤ), με εκτιμώμενο πληθυσμό 3,756,453 (2018), καθώς και την πιο πυκνοκατοικημένη (986.5 κάτοικοι ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο). Σχεδόν το σύνολο του πληθυσμού κατοικεί σε πόλεις. Ο πληθυσμός της Περιφέρειας την περίοδο 2015-2018 μειώθηκε κατά 2,1% (3η μεγαλύτερη μείωση), ενώ σε ό,τι αφορά την ηλικιακή διάρθρωση ο λόγος ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω προς άτομα ηλικίας 15-64 ανήλθε στο 31,9% (2019). Το ποσοστό του πληθυσμού άνω των 70 ετών κυμαίνεται κάτω από τον εθνικό και ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Βασικό προσδιοριστικό χαρακτηριστικό της Περιφέρειας Αττικής είναι η ύπαρξη του πρώτου μητροπολιτικού κέντρου της χώρας, μαζί με τη γεωγραφική της θέση, που χαρακτηρίζεται από την κεντροβαρικότητά της έναντι των υφιστάμενων και υπό δημιουργία αναπτυξιακών υποδομών της χώρας. Η μητροπολιτική λειτουργία του αστικού κέντρου της Αθήνας σε εθνική κλίμακα, στηρίζεται στα καταλυτικά για όλη τη χώρα μεγέθη της μεταποίησης, των υπηρεσιών και των μεγάλων υποδομών. Η Αθήνα, αποτελεί το κύριο κέντρο διοικητικών υπηρεσιών ως Πρωτεύουσα και κέντρο παροχής προηγμένων υπηρεσιών προς τις επιχειρήσεις, είναι ισχυρός διαμετακομιστικός σταθμός εμπορευμάτων και συγκοινωνιακός κόμβος διεθνούς επιρροής. Η Περιφέρεια Αττικής ασκεί αναπτυξιακές επιρροές, οι οποίες εκτείνονται πέραν των ορίων που καλύπτουν τα θεσμοθετημένα σχέδια και διοικητικά όρια, ακόμη και σε όλο τον εθνικό χώρο.
Σε ότι αφορά την εξέλιξη του ΑΕΠ σε εκ.€ (τρέχουσες τιμές), η Αττική, το λεγόμενο έτος αναφοράς 2008 εκκίνησης της κρίσης (Eurostat), παρουσίαζε δείκτη 116.717 εκ.€ (48,2% του ΑΕΠ της χώρας), το επίπεδο του οποίου, υπό τις συνέπειες και των μέτρων δημοσιονομικού περιορισμού που εφαρμόστηκαν σε εθνικό επίπεδο, ακολούθησε καθοδική πορεία μέχρι το 2016 με τιμή 83.872 εκ.€ (μεταβολή -28,1%), όταν το ΑΕΠ της Περιφέρειας αποτελούσε το 47,5% του ΑΕΠ της χώρας, δείχνοντας μικρή πτώση και στο βαθμό συμβολής. Ο σχετικός δείκτης παρουσιάζει μικρά σημάδια ανόδου μέχρι το 2018 στο επίπεδο του 87.378 εκ.€, αποτυπώνοντας παράλληλα περαιτέρω μικρότερη συμβολή στο ΑΕΠ της χώρας (47,3%).
Στο πλαίσιο της απασχολησιμότητας στην Περιφέρεια Αττικής, ο δείκτης απασχόλησης δείχνει μια προσωρινή μείωση από 41% το 2012 στο 39,1% το 2013, τα έτη δηλαδή που βρίσκονται πιο κοντά στην απαρχή της οικονομικής κρίσης, ενώ το επίπεδο του 2012 επιτυγχάνεται εκ νέου το 2016 με το δείκτη στο 41,3%. Η τάση παρέμεινε ανοδική μέχρι τα πιο πρόσφατα στοιχεία του 2018 και το δείκτη στο 42,5%. Η θετική μεταβολή στο δείκτη απασχόλησης την περίοδο 2013 – 2018 αντιστοιχεί σε 3,4 μονάδες (Eurostat). Όσον αφορά στο δείκτη ανεργίας για την Αττική (Eurostat), η εξέλιξη είναι αντιστρόφως ανάλογη και συμπληρώνει την ανωτέρω εικόνα που προκύπτει για την απασχόληση.
Η ανεργία στην Περιφέρεια το 2012 ανέρχεται σε υψηλά επίπεδα, 25,8%, τα οποία ενισχύονται στο 28,7% το 2013, όταν για την χώρα το ίδιο έτος ισοδυναμεί με 27,5%. Συνολικά, η Αττική παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια διαρκή αποκλιμάκωση του ποσοστού, που λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού παρουσιάζει σταθεροποίηση κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2020. Το επίπεδο ανεργίας στην Αττική κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2020 κυμάνθηκε στο 13,7% (έναντι 14,3% το πρώτο τρίμηνο του 2020 και 17,3% το δεύτερο τρίμηνο του 2019), και είναι πλέον το δεύτερο χαμηλότερο στη χώρα.
Η Περιφέρεια, παράγει την υψηλότερη αξία σε Έρευνα και Καινοτομία που προσεγγίζει το 75% του ενωσιακού μέσου όρου, ενώ είναι πρώτη και στον Δείκτη Περιφερειακής Ανταγωνιστικότητας (RCI) με 44.97/180, επίδοση η οποία είναι διπλάσια σε σχέση με την επόμενη κατά σειρά περιφέρεια. Επιπλέον, παρουσιάζει δαπάνες για Ε&Α στον τομέα των επιχειρήσεων, που ανέρχονται σε ποσοστό 0,89% του ΑΕΠ με μέσο όρο 0,55% σε περιφερειακό επίπεδο. Η επίδοση αυτή, κατατάσσει την Περιφέρεια στην πρώτη θέση σε επίπεδο χώρας.
Η Αττική, διαθέτει τις σημαντικότερες υποδομές μεταφορών και ΤΠΕ στη χώρα, διαδραματίζοντας έναν κομβικό ρόλο στην οικονομική κι εμπορική της δικτύωση με όλο τον υπόλοιπο κόσμο. Στον τομέα του ανθρώπινου δυναμικού, η συγκέντρωση στην Περιφέρεια σημαντικού και εξαιρετικά ικανού επιστημονικού και τεχνικού ανθρώπινου κεφαλαίου, της προσδίδει σημαντικό πλεονέκτημα στην εξέλιξή της ως προς την ψηφιακή συνδεσιμότητα σε συνδυασμό με τη συγκέντρωση των σημαντικότερων εταιρειών τηλεπικοινωνιών και πληροφορικής της χώρας.
Σε ό,τι αφορά τον τομέα της ενέργειας, η Αττική διαθέτει πλούσιο δυναμικό Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειες, όπως και σημαντικές υποδομές δικτύων μεταφοράς ενέργειας. Συμπληρώνονται, όμως, και από ένα ενεργοβόρο συγκοινωνιακό δίκτυο, από υψηλή διασπορά ενεργοβόρων παραγωγικών μονάδων, γήρανση του στόλου θερμικών οχημάτων όλων των κατηγοριών και αδυναμία χρήσης βιοκαυσίμων. Επιπλέον, το γερασμένο κτιριακό απόθεμα σε περιφερειακό επίπεδο παρουσιάζει χαμηλό επίπεδο θερμικής προστασίας.
Στο πεδίο της εκπαίδευσης, σύμφωνα με τη Eurostat, το ποσοστό των ατόμων εκτός εκπαίδευσης και απασχόλησης, ηλικίας 15-24, για την Περιφέρεια Αττικής ανέρχεται στο 10,1%, χαμηλότερο του μέσου όρου της χώρας (12,5%) και όμοιο με το μέσο όρο της ΕΕ27. Σύμφωνα δε με τα στοιχεία του Ελάχιστου Εγγυημένο Εισοδήματος (ΕΕΕ) του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων στην Περιφέρεια Αττικής διαβιούν 12.567 νέοι, ηλικίας 15 – 19 που βρίσκονται εκτός απασχόλησης αποτελώντας ποσοστό 13% επί του συνόλου των Δικαιούχων του ΕΕΕ.
Στο πεδίο των κοινωνικών δομών και υποδομών, κατά την Π.Π. 2014-2020, παρότι δημιουργήθηκε ένα μεγάλο δίκτυο σε ολόκληρη την Περιφέρεια, εντούτοις καταγράφονται ακόμα σημαντικές ελλείψεις σε προνοιακές δομές προστασίας ηλικιωμένων και ατόμων με αναπηρία. Οι ελλείψεις αυτές αφορούν κυρίως σε Κέντρα Ημερήσιας Φροντίδας Ηλικιωμένων και στην μη ενεργοποίηση του θεσμού των ΜΦΗ.
Η Αττική, παρά τη βελτίωση σε μια σειρά από αναπτυξιακούς δείκτες, βιώνει ακόμα τις επιπτώσεις της οικονομικής ύφεσης σε κοινωνικό επίπεδο, συχνά συνδεδεμένη με τοπικά χωρικά επίπεδα αναφοράς και αύξηση των φαινομένων οριζόντιου και κάθετου κοινωνικού διαχωρισμού, αναδεικνύοντας σημαντικές προκλήσεις για την προώθηση κατάλληλων και στοχευμένων δράσεων. Στην κατεύθυνση αυτή, αναμένεται να επιδράσουν και οι απόρροιες των μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας COVID-19.
Ωστόσο, οι προοπτικές που δημιουργούνται για την Περιφέρεια, κυρίως λόγω της ύπαρξης εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού, υποδομών και επαρκών χρηματοδοτικών εργαλείων, είναι δυνατόν να χαρακτηριστούν ως εξαιρετικά ευοίωνες και αισιόδοξες.